Φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια εθνικής ανεξαρτησίας για την Ελλάδα.
200 χρόνια, στα οποία η χώρα κατάφερε να οικοδομήσει ένα σύγχρονο, δημοκρατικό κράτος, να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια κοινότητα και να κατακτήσει ένα υψηλό επίπεδο ευημερίας.
200 χρόνια με περιόδους δυναμικής ανάπτυξης, αλλά και με διαστήματα ύφεσης, στασιμότητας και οπισθοδρόμησης.
Η επέτειος αυτή, είναι μια ευκαιρία να αντλήσουμε τα κατάλληλα διδάγματα, να θέσουμε νέα ερωτήματα, να διαμορφώσουμε ένα νέο εθνικό όραμα για το μέλλον.
Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών αποτελεί κομμάτι της ιστορίας της Ελλάδας. Για πάνω από έναν αιώνα, εκπροσωπεί, εκφράζει και στηρίζει τις δημιουργικές δυνάμεις της πατρίδας μας. Λειτουργεί υπεύθυνα και ουσιαστικά ως θεσμικός σύμβουλος της Πολιτείας, σε θέματα οικονομίας και ανάπτυξης.
Με αυτή την ιδιότητα – και με μεγάλη χαρά – συμμετέχουμε στο Forum 2040.
Στόχος της παρέμβασής μας, είναι να συμβάλουμε στη χαρτογράφηση μιας όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρης πορείας για την Ελλάδα, στα επόμενα 20 χρόνια.
Μιας πορείας που θα της επιτρέψει να διασφαλίσει όρους ευημερίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης, για όλους τους πολίτες της.
Η πορεία αυτή οφείλει να καθοδηγείται από ένα νέο όραμα για την ελληνική οικονομία.
Το όραμα μιας οικονομίας που:
•Επιτυγχάνει ισχυρή και κυρίως βιώσιμη ανάπτυξη
•Προσελκύει μακροχρόνιους επενδυτές
•Παρέχει προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας και δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας
•Επιτρέπει στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις να αναπτύσσονται και να καινοτομούν
•Ενθαρρύνει την κοινωνική κινητικότητα και επιτρέπει την ισχυροποίηση της μεσαίας τάξης.
Για εμάς, στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, ο στόχος για το 2040 είναι σαφής:
Μια Ελλάδα που θα καινοτομεί, θα μεταποιεί και θα εξάγει.
Για να γίνουν πράξη αυτές οι λίγες λέξεις, απαιτείται ριζική αλλαγή του μοντέλου στο οποίο έχει στηριχθεί μέχρι τώρα η οικονομία της χώρας.
Απαιτείται ένα άλμα επενδύσεων, που θα ενισχύσει την παραγωγική της βάση.
Απαιτείται σοβαρή ενίσχυση του μεταποιητικού βραχίονα.
Απαιτείται αύξηση των εξαγωγών, τουλάχιστον στο 30% του ΑΕΠ της χώρας.
Κι όλα αυτά, δεν μπορούν να επιτευχθούν μόνο με επιδοτήσεις.
Το κρίσιμο ζητούμενο είναι η αλλαγή στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων σε επίπεδο πολιτικής.
Είναι η υλοποίηση ριζικών μεταρρυθμίσεων, που καλύπτουν το σύνολο της καθημερινότητας των επιχειρήσεων και των πολιτών.
Μεταρρυθμίσεων που διορθώνουν χρόνιες παθογένειες και στρεβλώσεις.
Μια δέσμη τέτοιων μεταρρυθμίσεων, κινήτρων και παρεμβάσεων, περιλαμβάνει η μελέτη που εκπόνησε το ΕΒΕΑ στο πλαίσιο του Φόρουμ. Σε αυτό το σημείο θέλω να ευχαριστήσω τους μελετητές και συντάκτες της μελέτης, τον Γ’ Αντιπρόεδρο κ. Μιχάλη Σιαμίδη και το μέλος του ΔΣ του ΕΒΕΑ κ. Θεοφάνη Ματσόπουλο.
Θα αναφέρω εν συντομία τις κυριότερες θεματικές ενότητες.
•Σε δημοσιονομικό επίπεδο: αναγνωρίζουμε την ανάγκη για μακροπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία, η οποία όμως θα πρέπει να επιδιώκεται χωρίς υπέρμετρη αύξηση των φορολογικών βαρών.
Ο σημερινός ονομαστικός συντελεστής 22% εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πάγιο αίτημά μας είναι η μείωσή του στα επίπεδα του 15%, ώστε να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Προτείνουμε, παράλληλα, τη διευρυμένη αξιοποίηση του μέτρου της υπεραπόσβεσης για την ενθάρρυνση των επενδύσεων, τη θέσπιση αυξημένης έκπτωσης φόρου για τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης και μείωση του ΦΠΑ κατά 3 τουλάχιστον μονάδες.
Εξίσου σημαντική με τη μείωση της φορολογίας, είναι για εμάς η διασφάλιση της σταθερότητας του φορολογικού συστήματος σε βάθος χρόνου, ώστε η Ελλάδα να γίνει αξιόπιστος και ασφαλής προορισμός για μακρόπνοα επενδυτικά σχέδια.
•Κρίσιμη προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι η κατασκευή σύγχρονων δικτύων, τα οποία θα επιτρέψουν διευρυμένη χρήση της τεχνολογίας.
Είναι απαραίτητο να ολοκληρωθούν ταχύτατα οι απαιτούμενες υποδομές, ώστε να αξιοποιηθούν νέες δυνατότητες σε πεδία όπως η τηλεργασία και η τηλεϊατρική, αλλά και να ενταχθεί η Ελλάδα στο χάρτη των διεθνών ψηφιακών νομάδων.
•Σε επίπεδο θεσμών:
oΕίναι επιτακτική ανάγκη η αναμόρφωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και η επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών.
Σήμερα, κεφάλαια που αποτελούν το διακύβευμα μίας διένεξης, κινδυνεύουν να παραμείνουν αδρανοποιημένα έως και 5 χρόνια.
Πρέπει, λοιπόν, το σύστημα να ενισχυθεί με έμψυχο δυναμικό και άυλους πόρους και να θωρακιστεί θεσμικά.
Πρέπει να προωθηθούν εξωδικαστικοί μηχανισμοί, όπως η διαμεσολάβηση, για την αποσυμφόρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Πρέπει να επιταχυνθεί η ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης και των δομών της, ώστε – πέρα από την εξοικονόμηση χρόνου – να ενισχυθεί και η αντικειμενικότητα, η ακεραιότητα, η διαφάνεια και η ακρίβεια του συστήματος.
oΕξίσου κρίσιμο ζητούμενο είναι η αναμόρφωση της εκπαίδευσης.
Θεωρούμε απαραίτητο να ενταχθούν στις πρώτες βαθμίδες της με ουσιαστικό τρόπο, έννοιες και αντικείμενα, όπως είναι η λειτουργία της οικονομίας, η προστασία του περιβάλλοντος, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του πολίτη, ο ουσιαστικός επαγγελματικός προσανατολισμός.
Αναγνωρίζουμε το υψηλό επίπεδο των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Και τις δυνατότητες των Ελλήνων φοιτητών να πρωταγωνιστήσουν στο ριζικό μετασχηματισμό της οικονομίας μας.
Εξακολουθούμε, ωστόσο, να πιστεύουμε ότι η χώρα πρέπει να επιτρέψει τη συνύπαρξη δημόσιων και ιδιωτικών πανεπιστημίων, τα οποία θα λειτουργούν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο αυστηρών κανόνων.
Η συνύπαρξη αυτή μπορεί να διευρύνει τους ορίζοντες των Ελλήνων φοιτητών, να ελαφρύνει τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού και να δημιουργήσει εισροή ξένων φοιτητών, ειδικά σε αντικείμενα όπως η ναυτιλία και ο τουρισμός.
Επανερχόμαστε, λοιπόν, και επαναλαμβάνουμε το πάγιο αίτημά μας για αλλαγή του άρθρου 16 του Συντάγματος, κατανοώντας πλήρως τα πολλαπλά οφέλη που θα αποκομίσουν οι Έλληνες πολίτες και η οικονομία στο σύνολό της.
Θεωρούμε, επίσης, απαραίτητη την αναβάθμιση της τεχνικής κατάρτισης, με συνεργασία της Πολιτείας, των πανεπιστημίων και των επιμελητηρίων. Η επένδυση στην τεχνική εκπαίδευση, στη συστηματική «μαθητεία» και επιμόρφωση, είναι μονόδρομος, για να διατηρηθεί η απασχολησιμότητα στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
oΌσον αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη:
Πρότασή μας είναι η μετάβαση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο μοντέλο των Smart Cities, μέσα από την υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών, για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών.
Παράλληλα, υποστηρίζουμε την πρακτική των αδελφοποιήσεων μεταξύ πόλεων, εντός και εκτός Ελλάδας, με σκοπό την τόνωση του διμερούς εμπορίου και του τουρισμού.
Μέσω αυτής της συνδυαστικής προσέγγισης, οι ΟΤΑ θα μπορέσουν να μειώσουν το κόστος λειτουργίας τους, να αυξήσουν τα έσοδά τους, να βελτιώσουν τις υποδομές και την καθημερινότητα των πολιτών, αλλά και να ενισχύσουν την ανάπτυξη σε τοπικό επίπεδο.
oΚαίριο ρόλο στη μελλοντική ανάπτυξη και ευημερία της χώρας, θα έχει η προστασία της ανεξαρτησίας των θεσμών και του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Χρειαζόμαστε μεθοδική αστυνόμευση, για τη δραστική μείωση της εγκληματικότητας.
Χρειαζόμαστε αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της διαφθοράς, με νομική θωράκιση των αρμόδιων θεσμών, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού, οι Ρυθμιστικές Αρχές, η Δικαιοσύνη κ.ά.
Στόχος είναι η εδραίωση της διαφάνειας ως προς τη λειτουργία της οικονομίας και της αγοράς. Η μετάβαση σε μια πραγματικότητα, στην οποία θα κυριαρχεί ο ορθολογισμός και θα επιβραβεύεται ο νόμιμος, δημιουργικός επιχειρηματίας.
Μόνο έτσι, θα παγιοποιηθεί μια υγιής αντίληψη και κουλτούρα για την επιχειρηματικότητα, μακριά από πρακτικές και στερεότυπα που οδηγούν συνολικά στη δαιμονοποίηση της ελεύθερης οικονομίας.
•Στο πλαίσιο της μελέτης μας, εντοπίζουμε επίσης δύο κρίσιμους τομείς, οι οποίοι θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τις αναπτυξιακές δυνατότητες της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
oΟ ένας είναι ο τομέας της πράσινης ενέργειας. Είναι απαραίτητο την προσεχή 20ετία να εξασφαλίσουμε ενεργειακή επάρκεια, μεανταγωνιστικό κόστος. Και σε αυτό το πλαίσιο, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελούν την πιο συμφέρουσα επιλογή.
Χρειάζεται, επομένως, μια ολοκληρωμένη στρατηγική, για την προσέλκυση επενδύσεων μεγάλης κλίμακας στον τομέα αυτό, αλλά και η εφαρμογή ευέλικτων μοντέλων όπως η οργάνωση σύγχρονων ενεργειακών κοινοτήτων στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας.
oΟ δεύτερος τομέας στον οποίο οφείλουμε να εστιάσουμε είναι η προώθηση της καινοτομίας και η σύνδεσή της με την παραγωγική διαδικασία. Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνουμε:
Τη χρηματοδότηση μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών σε αντικείμενα STEM (στις Φυσικές Επιστήμες, στην Τεχνολογία, στην Επιστήμη των Μηχανικών και στα Μαθηματικά).
Τη δημιουργία συλλόγων επιχειρηματικότητας στα πανεπιστήμια, ανεξάρτητα από το αντικείμενο σπουδών.
Τη δημιουργία Innovative Societies στα μεγάλα αστικά κέντρα, που θα λειτουργούν ως πόλοι τοπικών οικοσυστημάτων καινοτομίας.
•Είναι, τέλος, σημαντική για το Επιμελητήριό μας η ενίσχυση της οικονομικής διπλωματίας, με ενεργό ρόλο των θεσμοθετημένων φορέων της επιχειρηματικότητας.
Το ΕΒΕΑ υποδέχεται ετησίως πρεσβευτές και διπλωμάτες και επιχειρηματικές αποστολές από είκοσι τουλάχιστον χώρες, υπογράφει μνημόνια συνεργασίας και συμμετέχει σε διμερείς εκδηλώσεις.
Αυτή η εμπειρία θα πρέπει να αξιοποιηθεί ευρύτερα. Τα Επιμελητήρια της χώρας γνωρίζουν σε βάθος τις δυνατότητες των παραγωγών, μπορούν να δημιουργήσουν γέφυρες δικτύωσης με τους ομολόγους τους και να λειτουργήσουν ως βραχίονες εξωστρέφειας για τη χώρα.
Παρά τις θετικές εξελίξεις το τελευταίο διάστημα, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Εξακολουθεί να λειτουργεί σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον, το οποίο γίνεται όλο και πιο αλληλοεξαρτώμενο, περίπλοκο και ρευστό.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα περιθώριο εφησυχασμού.
Χρειάζονται τώρα ριζικές μεταρρυθμίσεις, που πρέπει να έχουν στήριξη από το σύνολο του πολιτικού κόσμου και αποδοχή από το σύνολο της κοινωνίας.
Οι προτάσεις του ΕΒΕΑ παρέχουν έναν οδηγό για τις απαραίτητες αλλαγές, σε επίπεδο πολιτικών αλλά και κουλτούρας.
Καμία αλλαγή σε ένα και μόνο πεδίο δεν είναι αρκετή, προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα χώρα πρότυπο σε όλους τους τομείς.
Απαιτείται, αντίθετα, ένας συνδυασμός παρεμβάσεων, οι οποίες θα υπερβαίνουν κομματικές, πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές.
Πιστεύουμε ότι η οικονομία πρέπει να αντιμετωπιστεί όπως και τα εθνικά θέματα. Όχι ως πεδίο στείρας αντιπαράθεσης και πολιτικής εκμετάλλευσης από τις εκάστοτε αντιπολιτεύσεις, αλλά ως χώρος γόνιμου διαλόγου και τεκμηριωμένων προτάσεων, στο πλαίσιο μιας σταθερής δημοσιονομικής πολιτικής.
Η Ελλάδα του 2040 οφείλει να είναι μία χώρα που θα επαναπροσδιορίσει το σύνολο των λειτουργιών της με βάση τον άνθρωπο.
Που θα επιτρέπει στον κάθε ένα να διεκδικήσει την θέση του στο όνειρο και στην εκπλήρωση των στόχων του.
Θα είναι μία Ελλάδα που θα παράγει και θα εξάγει.
Μια Ελλάδα που θα προκαλεί σεβασμό για τα επιτεύγματα του παρόντος, όσο και για αυτά του παρελθόντος της.