Γραφείο Τύπου   /   Ομιλίες Προέδρου EBEA


ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΕΕ & ΕΒΕΑ Κ. ΜΙΧΑΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ''ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ: ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ & ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ''

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΕΕ & ΕΒΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΙΧΑΛΟΥ

ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΔΙΟΡΓΑΝΩΝΟΥΝ ΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ EUROPE DIRECT TOY ΕΒΕΑ ΚΑΙ EUROPE DIRECT ΤΟY ΕΛΙΑΜΕΠ ΜΕ ΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΕΒΕΑ, ΤΟΥ ΕΛΙΑΜΕΠ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:

«ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΈΝΩΣΗ: ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ & ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», 21.12.16

 

 «Οι θεμελιώδεις προκλήσεις – και αντίστοιχα, τα ζητούμενα – στον τομέα της ενέργειας είναι κοινά για όλα τα κράτη μέλη:

Αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια

Αστάθεια ενεργειακών τιμών

Διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό

Ανάγκη για μείωση του αντίκτυπου της ενέργειας στο περιβάλλον και στο κλίμα.

Τα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναδεικνύουν το μέγεθος αυτών των προκλήσεων.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ενέργειας στον κόσμο, με ετήσιο κόστος περίπου 400 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εισάγει, για την ακρίβεια, το 90% των αναγκών της σε αργό πετρέλαιο και το 66% των αναγκών της σε φυσικό αέριο.

Οι μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξαρτώνται σε ποσοστό 94% από πετρελαϊκά προϊόντα, εκ των οποίων εισάγεται το 90%.

Πολλά κράτη μέλη εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από έναν περιορισμένο αριθμό προμηθευτών – σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και από έναν μοναδικό προμηθευτή – ιδίως για τον εφοδιασμό τους με φυσικό αέριο. Αυτό σημαίνει ότι είναι εκτεθειμένα και ευάλωτα στις όποιες διαταραχές.

Οι ενεργειακές υποδομές στην Ευρώπη είναι στην πλειοψηφία τους παλαιές, ενώ η ολοκλήρωση των αγορών ενέργειας – ιδιαίτερα σε διασυνοριακό επίπεδο – είναι ακόμα ελλιπής.

Το αποτέλεσμα είναι, τόσο οι ιδιώτες καταναλωτές όσο και οι επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μην επωφελούνται από ένα αυξημένο εύρος επιλογών ή από χαμηλότερες τιμές ενέργειας.

Το αντίθετο, μάλιστα: οι τιμές χονδρικής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας είναι αυξημένες κατά 30%, ενώ οι τιμές χονδρικής στο φυσικό αέριο είναι κατά 100% υψηλότερες σε σχέση με τις ΗΠΑ.

Σε αυτές τις αδυναμίες και προκλήσεις φιλοδοξεί να δώσει απάντηση η στρατηγική για την Ενεργειακή Ένωση, υπηρετώντας τους τρεις βασικούς στόχους της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής:

Την ασφάλεια εφοδιασμού

Τη βιωσιμότητα και

Την ανταγωνιστικότητα.

Η ελεύθερη ροή της ενέργειας δια μέσου των εθνικών συνόρων, η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και η δημιουργία σύγχρονων υποδομών, είναι οι βασικοί πυλώνες στους οποίους στηρίζεται η προσπάθεια για ασφαλή, προσιτή και βιώσιμη ενέργεια για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βελτιώνοντας τις ενεργειακές διασυνδέσεις μεταξύ κρατών μελών και υποστηρίζοντας τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, η Ενεργειακή Ένωση φιλοδοξεί να συμβάλει στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης. Και στην καλύτερη θωράκιση των κρατών μελών, ενάντια στις διαταραχές αναεφοδιασμού.

Προωθώντας την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, φιλοδοξεί να διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές πέραν των εθνικών συνόρων. Φιλοδοξεί επίσης, να συμβάλει στη διαμόρφωση ανταγωνιστικότερων τιμών στην ενέργεια, για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Έχει υπολογιστεί ότι, με κατάλληλη διασύνδεση δικτύων, η ετήσια εξοικονόμηση για τους ευρωπαίους καταναλωτές θα έφθανε τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Παράλληλα, η Ενεργειακή Ένωση επιχειρεί να υποστηρίξει τους στόχους για τη μείωση της συνολικής της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Αναπτύσσοντας όλες τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντιμετωπίσει οριστικά το ζήτημα της γεωπολιτικής ενεργειακής εξάρτσης και – επιπλέον – να εξασφαλίσει την τεχνολογική πρωτοπορία σε έναν κρίσιμο για την παγκόσμια οικονομία τομέα.

Μέχρι σήμερα, έχουν γίνει σημαντικά βήματα, που διευκολύνουν την επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης. Οι κοινοί ενεργειακοί στόχοι για το 2020 έχουν εκπληρωθεί σε μεγάλο βαθμό και έχουν τεθεί οι στόχοι για το 2030. Η πορεία ολοκλήρωσης της αγοράς συνεχίζεται, ενώ μέσω και του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη, προωθούνται μεγάλες επενδύσεις για την κατασκευή διευρωπαϊκών δικτύων. 

Η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτό, διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα και ευκαιρίες. Η χώρα μας διαθέτει ένα από τα υψηλότερα αιολικά δυναμικά στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη θάλασσα. Διαθέτει επίσης ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ηλιοφάνειας, σε ετήσια βάση.

Η ανάπτυξη των διευρωπαϊκών ηλεκτρικών διτκύων υψηλής ισχύος δημιουργεί ευκαιρίες για την εξαγωγή ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, συμβάλλοντας έτσι στην εξωστρεφή ανάπτυξη τςη ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον, ενισχύει τη θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους δεσμούς συνεργασίας της με τα άλλα κράτη μέλη, αναδεικνύοντας την Ελλάδα σε προμηθευτή ενός βασικού οικονομικού αγαθού.

Εξίσου σημαντικές είναι οι ευκαιρίες που δημιουργούνται σε επιχειρηματικό επίπεδο, μέσα από την ανάδειξη και την ανάπτυξη νέων τομέων, όπως είναι η κατασκευή εξαρτημάτων, ο σχεδιασμός και η κατασκευή αιολικών πάρκων κτλ.

Δεν πρέπει, τέλος, να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που στηρίζει σε μεγάλο βαθμό την οικονομική της ανάπτυξη – τόσο δια του τουρισμού, όσο και δια της πρωτογενούς παραγωγής – στις κλιματολογικές και περιβαλλοντικές συνθήκες. Η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, με σκοπό να προασπίσει το σημαντικότερο κεφάλαιό της: το θαλάσσιο περιβάλλον και το νησιωτικό κλίμα, τα δάση και τη φυσική της κληρονομιά.

Για όλους αυτούς τους λόγους είναι απαραίτητο να κινητοποιηθεί κυρίως η Πολιτεία, αλλά και η επιχειρηματική και επενδυτική κοινότητα, με στόχο την αξιοποίηση των ευκαιριών που προκύπτουν από την Ενεργειακή Ένωση.

Κοινή προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει η προώθηση μεγάλων επενδύσεων για τη διασύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα, καθώς και για την κατασκευή δικτύων σύνδεσης της Ελλάδας με τις χώρες της υπόλοιπης Ευρώπης. Χρειάζεται συντονισμένη προσπάθεια για την ένταξη έργων ελληνικού ενδιαφέροντος στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου, με σκοπό να εξασφαλιστεί η απαραίτητη χρηματοδότηση.

Επίσης, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν νέες μεγάλες επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ, με στόχο να αυξηθεί το δυναμικό και η παραγωγή της χώρας, να καλυφθούν σε μεγαλύτερο βαθμό οι εγχώριες ανάγκες και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη των εξαγωγών.

Θα κλείσω αυτή τη σύντομη εισήγηση, με μια επισήμανση. Εξίσου σημαντικός στόχος με την ανάπτυξη υποδομών και την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, είναι για την Ευρώπη και η ανάπτυξη μιας ενιαίας φωνής στα παγκόσμια ενεργειακά ζητήματα.

Μέσα σε ένα περιβάλλον το οποίο γίνεται το τελευταίο διάστημα όλο και πιο ρευστό και ασταθές. Μέσα σε ένα περιβάλλον όπου όλα σχεδόν τίθενται υπό αμφισβήτηση,  είναι αδήριτη ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση να αθρώσει ενιαίο και συνεκτικό λόγο, ο οποίος θα υπηρετεί και θα προασπίζει το συμφέρον του συνόλου των πολιτών της.

Σε εποχές ιστορικών αλλαγών, είναι απαραίτητο να στηριχθούμε ξανά στις αξίες που αποτέλεσαν τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος: στην αμοιβαία κατανόηση, στην ανεκτικότητα και στην αλληλεγγύη. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ισχύς για την Ευρώπη βρίσκεται στην Ένωση».

21/12/2016 ΠΗΓΗ: Γραφείο Τύπου



 

  • 
ΓΕΜΗ