Γραφείο Τύπου   /   Ομιλίες Προέδρου EBEA


Ομιλία Κ. Μίχαλου ''Μεταμνημονιακή Ελλάδα και μεταναστευτική πολιτική'', ΓΣ ΚΕΕ στη Χίο, 10.11.18

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΕΕ & ΕΒΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΙΧΑΛΟΥ

«ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ»,

ΓΣ ΚΕΕ, ΧΙΟΣ, 10.11.18

 

«Θέλω κατ’ αρχήν να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο και τα μέλη του Επιμελητηρίου Χίου, για τη θερμή υποδοχή και φιλοξενία τους.

Έχουμε τη χαρά να πραγματοποιούμε τη Γενική μας Συνέλευση σε έναν τόπο με παράδοση στη ναυτιλία και στο εμπόριο. Έναν τόπο με δυναμικές επιχειρήσεις, σπουδαία αναπτυξιακά πλεονεκτήματα και δυνατότητες.

Ένα ακριτικό νησί, που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια – πέρα από τις εγγενείς προκλήσεις της νησιωτικότητας – τις συνέπειες της δύο σοβαρών κρίσεων: της οικονομικής, αλλά και της μεταναστευτικής.

Στο πεδίο της οικονομίας, η κατάσταση δείχνει να βελτιώνεται – έστω και οριακά – σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν.

Το προσχέδιο του πρώτου προϋπολογισμού, μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια, δημιουργεί συγκρατημένη αισιοδοξία, καθώς μεταξύ άλλων προβλέπει μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών για τις επιχειρήσεις.

 

Οι προβλέψεις αυτές αποτελούν ένα πρώτο βήμα προς τη μετα-μνημονιακή εποχή της ελληνικής οικονομίας.

 

Ωστόσο τα προβλήματα και οι προκλήσεις παραμένουν. Και για την οικονομία και για την αγορά.

o   Οι αγορές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα με δυσπιστία.

o   Η δέσμευση για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα περιορίζει τις δυνατότητες για τολμηρότερες φορολογικές μειώσεις και υψηλότερες δημόσιες επενδύσεις.

o   Η συμβολή του τραπεζικού συστήματος στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης παραμένει ελάχιστη έως ανύπαρκτη.

o   Η χώρα εξακολουθεί να καταλαμβάνει χαμηλές θέσεις σε όλες τις διεθνείς κατατάξεις για την ανταγωνιστικότητα.

o   Τα βασικά εμπόδια στην άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας εξακολουθούν να υπάρχουν: υπερφορολόγηση, πολύπλοκο και ασταθές φορολογικό περιβάλλον, έλλειψη σαφούς κανονιστικού πλαισίου για τις επενδύσεις, αδυναμία παραγωγής καινοτομίας, γραφειοκρατία και αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης.

 

Το συμπέρασμα, επομένως, είναι σαφές: η πορεία προς την ανάκαμψη μετά τα μνημόνια είναι κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένη.

 

Η χώρα χρειάζεται μια νέα, εθνική οικονομική πολιτική. Και στο πλαίσιο αυτό, γνωρίζετε  ότι η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις:  για ένα νέο φορολογικό καθεστώς, για το ασφαλιστικό, αλλά και για μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται, προκειμένου να στηριχθεί η αγορά και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη.

 

Εξίσου σημαντική και απαραίτητη, όμως, είναι και η εφαρμογή μιας συγκροτημένης μεταναστευτικής πολιτικής.

 

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο.

 

Ο εγκλωβισμός χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών σε αυτά τα νησιά, δημιουργεί καταστροφικές συνέπειες για όλους.

 

Για τους ίδιους τους ανθρώπους, που αναγκάζονται να διαβιούν κάτω από άθλιες συνθήκες.

 

Αλλά και για τις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες έχουν υπερβεί προ πολλού τα όρια της αντοχής και της ανοχής τους.

Η Ελλάδα διαθέτει, δυστυχώς, το αρνητικό προνόμιο να είναι γεωγραφικά η πλέον εκτεθειμένη χώρα της Ευρώπης στα μεταναστευτικά ρεύματα που καταφθάνουν από την Ασία και την Αφρική.

Έχει, επίσης, την ιδιότητα να συνορεύει με την Τουρκία, η οποία για πολλά χρόνια έχει λειτουργήσει ως το εφαλτήριο της παράνομης μετανάστευσης από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη.

Γι’ αυτό και έχει επωμιστεί τα τελευταία χρόνια ένα δυσβάσταχτο βάρος.

Παρ’ όλα αυτά – και παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες – οι τοπικές κοινωνίες των νησιών βρήκαν τη δύναμη να αγκαλιάσουν τους ανθρώπους που βρέθηκαν στις ακτές τους.

Πολίτες, επιχειρήσεις και φορείς έδειξαν αλληλεγγύη και ανθρωπιά. Έτρεξαν να σώζουν ζωές στη θάλασσα. Κινητοποιήθηκαν εθελοντικά και πρόσφεραν όσα περισσότερα μπορούσαν.

Σήμερα, ωστόσο, οι αντοχές έχουν εξαντληθεί.

Η οικονομική ζημιά που έχουν υποστεί ειδικά τα ακριτικά μας νησιά είναι τεράστια.

Μόνο στον τομέα του τουρισμού, από τον οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η οικονομία των νησιών, έχουν χαθεί εκατομμύρια ευρώ σε τζίρο.  Η κρουαζιέρα έχει καταρρεύσει. Ξένοι ταξιδιωτικοί οργανισμοί μειώνουν τις απευθείας πτήσεις, θέτουν νησιά εκτός προγραμμάτων ή ζητούν μειώσεις τιμών.

Οι επιπτώσεις όμως δεν είναι μόνο οικονομικές. Εκτείνονται και στο επίπεδο της ασφάλειας, της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης.

Οι συνέπειες αυτές είναι αναμενόμενες, όταν στο κέντρο φιλοξενίας στη Χίο – για παράδειγμα – στοιβάζονται διπλάσια άτομα από όσα επισήμως μπορεί να υποδεχθεί. Είναι αναμενόμενες όταν στη Μόρια, σε ένα κέντρο χωρητικότητας 3.000 ατόμων, βρίσκονται σήμερα σχεδόν 9.000 πρόσφυγες και μετανάστες.

Η κατάσταση κινδυνεύει να γίνει μη διαχειρίσιμη.

Και γιατί ο περιορισμός των προσφύγων και μεταναστών, κάτω από αυτές τις συνθήκες, οδηγεί σε ανεξέλεγκτες συμπεριφορές.

Και γιατί οι τοπικές κοινωνίες αισθάνονται εγκαταλελειμμένες και αβοήθητες, απέναντι σε ένα πρόβλημα για το οποίο δεν ευθύνονται και το οποίο τους δημιουργεί πλέον ασφυκτικές πιέσεις.

Κι επειδή το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα δεν πρόκειται να λυθεί σύντομα, χρειάζονται δραστικές παρεμβάσεις για την αποσυμφόρηση  και την ανακούφιση των νησιών.

Γνωρίζουμε ότι η μετανάστευση και το προσφυγικό δεν είναι εθνικά προβλήματα. Είναι ευρωπαϊκά και διεθνή προβλήματα.

Απαιτούν λύσεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Απαιτούν μια νέα αντιμετώπιση, η οποία θα απαντά στις προκλήσεις της σημερινής πραγματικότητας.

Καμία λύση δεν είναι εύκολη, σε ένα τόσο πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό ζήτημα.  Υπάρχουν όμως βασικές αρχές, που οφείλουν να αποτελέσουν πυξίδα πολιτικής.

-      Η αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης.

-      Η ενίσχυση της συνεργασίας με τρίτες χώρες προέλευσης και διέλευσης μεταναστών.

-      Σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας προσφύγων και μεταναστών, ως βασικό κριτήριο για κάθε πολιτική που εφαρμόζεται.

Από εκεί και πέρα, οι θέσεις της Επιμελητηριακής Κοινότητας είναι σαφείς:

  • Ενώνουμε κατ’ αρχήν τις φωνές μας με τις τοπικές κοινωνίες των νησιών, ζητώντας την άρση του γεωγραφικού περιορισμού, τη μεταφορά μεταναστών στην ηπειρωτική χώρα και την επαναπροώθηση των παρανόμων στην Τουρκία, όπως προβλέπεται από τη σχετική συμφωνία.
  • Ζητούμε συγκεκριμένα μέτρα στήριξης των τοπικών οικονομιών και των επιχειρήσεων, οι οποίες πλήττονται.
  • Ζητούμε, επίσης, την ολοκλήρωση της αναθεώρησης της Συνθήκης του Δουβλίνου, με στόχο ένα πιο δίκαιο και βιώσιμο σύστημα κατανομής των αιτούντων άσυλο. 

Το πλέον απαραίτητο, ωστόσο, είναι η υιοθέτηση μιας συγκροτημένης, κοινής προσέγγισης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιας προσέγγισης που θα πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα από μεμονωμένες στρατηγικές και σκοπιμότητες, οι οποίες υπονομεύουν τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Η Ευρώπη οφείλει να κάνει αυτό που δεν κατάφερε σε σχέση με την κρίση χρέους. Να λειτουργήσει με κοινό όραμα, με συνοχή, με αποφασιστικότητα. Εάν δεν το κάνει, το φάσμα της αμφισβήτησης, του απομονωτισμού, ακόμα και του εθνικισμού, θα γίνει ακόμη πιο ορατό.

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος αναδεικνύεται σε ζήτημα επιβίωσης.

Για τις τοπικές κοινωνίες, για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες του Ανατολικού Αιγαίου.

Για την Ελλάδα

Για τους ανθρώπους που αναζητούν μια δεύτερη πατρίδα.

Αλλά και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Είναι ώρα, λοιπόν, για μια γενναία και πραγματικά συνεκτική μεταναστευτική πολιτική».

 

12/11/2018 ΠΗΓΗ: Γραφείο Τύπου



 

  • 
ΓΕΜΗ